Όπως επισημαίνεται στο άρθρο γνώμης της Wall Street Journal, πριν από μία δεκαετία, φαινόταν ότι η Ελλάδα δεν θα μπορούσε ποτέ να ανακάμψει από τα οικονομικά και πολιτικά της τραύματα.
«Το πρώην τρελοκομείο της Ευρώπης γίνεται δημοσιονομικό πρότυπο με μεταρρυθμίσεις της ελεύθερης αγοράς», γράφει η Wall Street Journal σε άρθρο γνώμης της συντακτικής ομάδας της, έπειτα από την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. «Μια τραπεζική συμφωνία και μια αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας: Η Ελλάδα κάνει comeback», γράφει άλλο δημοσίευμα της αμερικανικής εφημερίδας.
Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητάς της στην επενδυτική βαθμίδα από την Standard & Poor’s μπορεί να εκπληρώνει έναν στόχο που έθεσε ο πρωθυπουργός, αλλά δεν αποτυπώνει πλήρως την έκταση του μετασχηματισμού που επέφερε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην Ελλάδα, σημειώνεται.
Όπως εξηγεί η Wall Street Journal, η S&P Global επικαλέστηκε τη «σημαντική δημοσιονομική εξυγίανση» και την εκλογική «εντολή για συνέχιση της πολιτικής» του καλοκαιριού για να δικαιολογήσει την απόφασή της για αναβάθμιση. Η αναβάθμιση αυτή, σημειώνει η εφημερίδα, «όπως συμβαίνει συχνά με τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, έρχεται καθυστερημένα και για λάθος λόγους».
Η Αθήνα έπρεπε να θέσει τα δημόσια οικονομικά της υπό έλεγχο, αφότου οι υπερβολές στις αρχές της δεκαετίας του 2000 οδήγησαν στην κρίση χρέους που ξεκίνησε το 2009. Αλλά εάν ένας ισοσκελισμένος προϋπολογισμός ήταν το μόνο που απαιτούνταν για να μπει η Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα, η αναβάθμιση θα είχε γίνει νωρίτερα, αφού τα τρία προγράμματα διάσωσης περιελάμβαναν τιμωρητικούς δημοσιονομικούς όρους.
Αυτοί οι όροι δεν εκπληρώθηκαν ποτέ επειδή ούτε τα πακέτα διάσωσης ούτε οι Έλληνες πολιτικοί εφάρμοσαν μια αναπτυξιακή ατζέντα. Οι ψηφοφόροι εξοργίστηκαν με τα δύο πρώτα προγράμματα διάσωσης που οδηγούσαν σε αδιέξοδο και στράφηκαν προς την άκρα αριστερά, εκλέγοντας τον Αλέξη Τσίπρα του ΣΥΡΙΖΑ ως πρωθυπουργό, σημειώνει η WSJ.
«Ο κ. Τσίπρας παραλίγο να τινάξει την Ευρωζώνη στον αέρα, αρνούμενος να τηρήσει τους όρους διάσωσης και φτάνοντας στο σημείο να διοργανώσει ένα αποτυχημένο δημοψήφισμα για την παραμονή στο ευρώ, πριν απομακρυνθεί από το χείλος του γκρεμού. Στη συνέχεια υπέγραψε μια συμφωνία διάσωσης με τους δικούς της δημοσιονομικούς περιορισμούς», επισημαίνει το άρθρο.
Η καινοτομία του κ. Μητσοτάκη, ήταν ότι επικεντρώθηκε στην οικονομική ανάπτυξη, τονίζεται, με το δημοσίευμα να αναφέρεται στη μείωση του φορολογικού συντελεστή για τις επιχειρήσεις στο 22% από 29%, τον εξορθολογισμό των κρατικών λειτουργιών και τις ιδιωτικοποιήσεις.
Η αισιοδοξία αυτή εξηγεί γιατί η οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί φέτος κατά περίπου 2,5%, η S&P εκτιμά ότι το δημόσιο χρέος θα μειωθεί στο 146% του ΑΕΠ από 189% το 2020, και οι επενδύσεις πέφτουν βροχή, σημειώνει η WSJ, θυμίζοντας ότι όλα αυτά συνέβησαν παρά την πανδημία, τη μεταναστευτική κρίση και πολλές φυσικές καταστροφές.
Πάντως, η Wall Street Journal τονίζει ότι η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προκλήσεις, καθώς εξαρτάται υπερβολικά από τον τουρισμό και χρειάζεται σημαντικές ρυθμιστικές μεταρρυθμίσεις για να γίνει πιο δυναμική.
«Όμως ο κ. Μητσοτάκης έχει καταλάβει ότι μια ατζέντα οικονομικής ανάπτυξης είναι το βασικό συστατικό για να εξασφαλίσει την υποστήριξη για αυτές τις μεταρρυθμίσεις — και για τη δημοσιονομική ισορροπία», σημειώνουν οι αρθρογράφοι. «Αυτό είναι ένα μάθημα που θα μπορούσε να μάθει η υπόλοιπη Ευρώπη – και η Αμερική – από το πρώην προβληματικό παιδί της ηπείρου», καταλήγουν.
Άρθρο από: NewMoney.gr